Με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου άκουσα πολλές φορές τις τελευταίες ημέρες να αναφέρεται η «εθνική ενότητα», το πόσα μπορούν οι Έλληνες να καταφέρουν αν είναι ενωμένοι και όλα τα υπόλοιπα. Συνήθως όλα τα παραπάνω ακολουθούνται από παρατηρήσεις περί της διχόνοιας, της αιώνιας κατάρας του ελληνικού λαού. Ωραία, συναισθηματικά και όμορφα. Όπως περίπου το σύνολο του λόγου του πατριωτικού & εθνικιστικού χώρου στην Ελλάδα. Επιπρόσθετα, δίχως πολλή ουσία και δίχως σοβαρή ανάλυση.
Μην φοβάστε, δεν πρόκειται να γράψω υπέρ της διχόνοιας. Απλά θα παρατηρήσω κάτι. Η «εθνική ενότητα» εξυπηρετεί κάτι συγκεκριμένο. Υπηρετεί την εκάστοτε εξουσία. Με απλά λόγια, εάν η εξουσία είναι στα χέρια ενός «εθνικού καθεστώτος», η εθνική ενότητα είναι κάτι καλό και χρήσιμο. Εάν η εξουσία είναι στα χέρια οπαδών του πολυπολιτισμού, οπαδών της Αριστεράς και της «προόδου», είτε αυτοί δηλώνουν δεξιοί, είτε αριστεροί, η εθνική ενότητα, όπως ακριβώς γράφουν και αναρχικοί στους τοίχους τους, είναι μία παγίδα.
Και αν για τους ενσυνείδητους εθνικιστές η εθνική ενότητα είναι μία ίσως ουτοπία, για τους πατριώτες είναι μία τεράστια παγίδα. Γιατί καλλιεργώντας ο εθνικός χώρος αυτή την νοοτροπία της εθνικής ταυτότητας, τους σπρώχνει να συντάσσονται πίσω από το καθεστώς. Και να χαμηλώνουν το κεφάλι σε ό,τι τους ενοχλεί (δικαίως). Όταν, δε, βρισκόμαστε υπό ένα καθεστώς πλήρους «γκουλαγκοποίησης» της πολιτικής ζωής της χώρας μας, μετά μάλιστα τα τελευταία γεγονότα, κάθε προσπάθεια δημιουργίας ενός κλίματος εθνικής ενότητας από δικής μας πλευράς είναι αν μη τι άλλο ηλίθια.
Φτάνει σιγά-σιγά ο καιρός που θα πρέπει να ξεχωρίσουμε το δικό μας «εμείς». Και να το κάνουμε όχι αρνητικά, περιθωριοποιώντας τον λαό που δεν είναι ακόμη στο δικό μας μέρος, αλλά αναπτύσσοντας διακριτά στοιχεία της ταυτότητάς μας ως κινήματος. Γιατί αυτή την στιγμή, όσο και αν θέλουμε να το λέμε, κίνημα δεν έχουμε. Έχουμε ένα ρεύμα. Η διαφορά μεταξύ κινήματος και ρεύματος, βρίσκεται στα διακριτά χαρακτηριστικά όπως οι δομές και η ταυτότητα. Τα μαύρα μπλουζάκια από την μία πλευρά ή ένα ύφος καθωσπρεπισμού από μία άλλη πλευρά, δεν αποτελούν ούτε δομές, ούτε και κίνημα.
Για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο δεύτερο όμως, θα πρέπει πρώτα να αφήσουμε πίσω μας τις ηλιθιότητες περί εθνικής ενότητας. Πάντα θα υπάρχουν, σε κάθε πολιτικό αγώνα, αντίπαλοι, εμείς και οι άλλοι. Και όπως λέει και ένας από τους βασικούς θεωρητικούς του εθνικισμού, η δική μας ταυτότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο στο πρόσωπο του άλλου. Και όσο ο «άλλος» δεν είναι κάποιος εξωτερικός εχθρός, με διαφορετική στολή, Τούρκος ή ο,τιδήποτε άλλο, για να διαμορφωθεί η δική μας ταυτότητα, χρειαζόμαστε τον «άλλον».