Στις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου νίκησε το «Να φύγουν πρώτα αυτοί και βλέπουμε!» Όσοι δε αντιστάθηκαν στην πόλωση που γέννησε η παλιά αυτή νεοδημοκρατική συνταγή, συσπειρώθηκαν γύρω από τον Κυριάκο Βελόπουλο. Αρκετοί μάλιστα, εγκατέλειψαν την Χρυσή Αυγή και προτίμησαν την πιο «συμβατική» Ελληνική Λύση, οδηγώντας το κόμμα του Νίκου Μιχαλολιάκου στα σκοτεινά μονοπάτια της αμφισβητουμένης εκλογιμότητος. Η Νέα Δημοκρατία απέκτησε έναν πιθανό «συμπαίκτη» εκ δεξιών της, τον δικό της Καμμένο, καθώς, η σύναψη συμφωνίας με ένα αυστηρά προσωποπαγές σχήμα είναι πολύ πιο εύκολη απ’ ό,τι με κόμματα που διατηρούν συλλογική δομή και τηρούν κάποιες διαδικασίες για να προβούν σε τέτοιες αποφάσεις. Η «ελαστικότητα» του Βελόπουλου και το μεγάλο εύρος της πολιτικής του σταδιοδρομίας, από το ΠΑΣΟΚ στο ΛΑΟΣ, ενισχύουν αυτόν τον ισχυρισμό.
Συγχρόνως, όλος πλέον ο υπόλοιπος δεξιός χώρος αποτελεί έναν ωκεανό προσωπικοτήτων και φορέων που επιζητούν την πολιτική τους επιβίωση και διάσωση. Το μεγάλο ενδεχόμενο η Νέα Δημοκρατία να συμπληρώσει τετραετία, δεδομένης και της αναμενόμενης απεμπλοκής της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από την διατήρηση της εξουσίας, σημαίνει έναν μεγάλο χρόνο αναμονής για να μπορέσει ο καθένας εξ αυτών να ξαναδώσει το στίγμα του και να «λάμψει» έστω και στιγμιαία μέσα από την εκλογική διαδικασία. Σημαίνει για πολλούς πολιτικό θάνατο. Η ανωτέρω συγκυρία, σε συνδυασμό με το βραχυπρόθεσμο πλέον των εθνικών εκλογών, δημιουργεί μία de facto δυναμική που εξωθεί όλες αυτές τις μικρομεσαίες δυνάμεις στην υποτιθέμενη ελληνική Δεξιά σε μία συσπείρωση, την οποία για ανόητους λόγους δεν επέτυχαν εν όψει των προσφάτων Ευρωεκλογών.
Έκπληξη βέβαια, αποτελεί η πληροφορία ότι στην συσπείρωση αυτή αίρεται και κάθε ενδοιασμός συνεργασίας με την Χρυσή Αυγή, η οποία μάλιστα, φαίνεται διά του αρχηγού της να έχει και τα ινία της πρωτοβουλίας. Το βέβαιο όμως, είναι ότι, αν αυτό το σχήμα επιτευχθεί και μάλιστα με ένα νέο όνομα, θα αλλάξει τους μέχρι και χθες διαφαινόμενους νέους συσχετισμούς δυνάμεων, μετά από την επιτυχία του Κυριάκου Βελόπουλου. Το ερώτημα που μοιραία γεννάται είναι, αν αυτό το εγχείρημα θα καταφέρει να διεμβολίσει το ισοπεδωτικό σύνθημα που προανέφερα, το «Να φύγουν πρώτα αυτοί και βλέπουμε!»
Θεωρητικά, τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών δείχνουν ότι υπάρχει ένας κόσμος που ανήκει σε μία αόριστη «πατριωτική Δεξιά» και ο οποίος μετρά περίπου 15%. Άρα υπάρχει χώρος για όλους. Δεδομένου όμως ότι η πόλωση στις εθνικές εκλογές θα είναι πολύ ισχυρότερη, πρέπει να θεωρείται περισσότερο από βέβαιο, ότι αφενός το αποτέλεσμα θα κριθεί στο νήμα και αφετέρου θα βγουν μαχαίρια, όχι μόνο μεταξύ των διεκδικητών του πατριωτικού χώρου, αλλά και από πλευράς της Νέας Δημοκρατίας, που σε καμία περίπτωση δε θέλει να δει τη διαφορά της από τον ΣΥΡΙΖΑ να συρρικνούται.
Εύλογα, θα αναρωτηθεί κανείς, αν η πολιτική επιβίωση επαρκεί ως κίνητρο για να εξασφαλίσει την απαραίτητη συνοχή. Και τι χαρακτήρα δίνει αλήθεια το κίνητρο αυτό στο όλο εγχείρημα, όταν οι συμμετέχοντες, πέραν της εγωπάθειάς τους, που τους περιόρισε σε έναν μοναχικό δρόμο όλα αυτά τα χρόνια, έχουν σημαντικές προσωπικές διαφορές; Τι χαρακτήρα θα έχει μία τέτοια συμμαχία, όταν το διακύβευμα για τα περισσότερα από αυτά τα πρόσωπα είναι προσωπικό και όχι ιδεολογικό, με την ρητορική τους να φτάνει μέχρι τις κραυγές για το αίσχος της συμφωνίας των Πρεσπών, χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις στα πολλαπλά και ποικίλα ζητήματα που ταλανίζουν την πατρίδα και το έθνος.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό, ότι μπροστά σε αυτόν τον αχταρμά προσωπικών ουσιαστικά συμφερόντων, που εγγυημένα θα διαπλακούν μεταξύ τους σε μία ατμόσφαιρα καμαρίλας και αλληλομαχαιρωμάτων, το όποιο ιδεολογικό υπόβαθρο και η ταυτότητα επισκιάζονται, για να μην πω ότι πάνε περίπατο ή ότι δεν υπάρχουν καν. Συγχρόνως, πολύ φοβάμαι, ότι θα αναδείξουν τον Κυριάκο Βελόπουλο ως τον καλό της ιστορίας, όσο αμφιλεγόμενος κι αν είναι. Με αυτά και με αυτά, δεν θα αλλάξει και πολύ ο χαρακτήρας της πατριωτικής εκπροσώπησης στην επόμενη Βουλή. Αυξάνεται δε η πιθανότητα να μην υπάρχει έστω και υποτυπώδης πατριωτική εκπροσώπηση, καθώς παραμένει ο κίνδυνος να αλληλοσκοτωθούν εκλογικά οι δύο αυτοί πόλοι, διαγκωνιζόμενοι στον μικρό χώρο που θα τους αφήσει η Νέα Δημοκρατία.
Εν κατακλείδι, το «ό,τι να ‘ναι» επικράτησε πλέον παντού. Η ουσία θα παύσει να υπηρετείται στο βωμό του μικροσυμφέροντος της κάθε περσόνας. Η Αριστερά χαμογελά ειρωνικά ξαποσταίνοντας από την ήττα και αναμένει να «συγκυβερνήσει» μέσα από άλλα γνωστά της μετερίζια, αυτό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και αυτό του πεζοδρομίου. Χωρίς αντίπαλο και χωρίς να ιδρώσει και πολύ το αυτί της, όσο απουσιάζουν τα πρόσωπα που θα συγκρουσθούν μαζί της ιδεολογικά και δε θα την κοιτούν αμήχανα κουνώντας απλά μια σημαία.