Σε αναζήτηση ελπίδας

  • Δημοσιεύτηκε: 26 Ιανουάριος 2022

    «Κάτι είναι μέσα μου που λυπάται, ως το θάνατο, μα που δεν κλαίει» (Ίων Δραγούμης, «Το μονοπάτι»)

    Και δεν κλαίει, επειδή το δάκρυ στέρεψε και την θέση του πήρε η οργή. Μια οργή που γεννήθηκε και θέριεψε με την εφαρμογή της μνημονιακής λαίλαπας, με τα αποκαΐδια της Αττικής και της Εύβοιας, τις πλημμύρες της Μάνδρας, τα χιόνια της Αττικής Οδού, το ξεπούλημα της Μακεδονίας μας, τις αναπάντητες τουρκικές προκλήσεις σε Κύπρο και Αιγαίο, τον εποικισμό της πατρίδας μας από εκατοντάδες χιλιάδες λαθροεισβολείς, τα δράματα στις ελλιπείς Μονάδες Εντατικής Θεραπείας των ελληνικών νοσοκομείων. Μια οργή απολύτως δικαιολογημένη, αφού οι πολίτες βαθμιαία συνειδητοποίησαν ότι το κράτος περιφρονεί προκλητικά το δικαίωμά τους για μια ασφαλή και αξιοπρεπή ζωή, για την κοινωνική πρόνοια, εν κατακλείδι το δικαίωμά τους στην ίδια τους την ζωή.

    Ακούγεται ίσως υπερβολικό, αλλά αν σκεφτεί κανείς είτε τους χιλιάδες συμπατριώτες μας που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της ανικανότητας των κρατικών υπηρεσιών, είτε την πολύμορφη κρατική βία που ασκείται εναντίον πολιτών που διεκδικούν το αυτονόητο σε θέματα κοινωνικής και εθνικής αξιοπρέπειας, τότε πραγματικά είναι να απορεί κανείς πώς η οργή αυτή δεν οδήγησε μέχρι σήμερα στην ανατροπή ενός πολιτικού συστήματος που τόσο λίγο δείχνει να σέβεται και να υπολογίζει τους υπηκόους του.

    Ίσως γιατί μένουμε προσκολλημένοι σε κάποιες παλιές και ανολοκλήρωτες ελπίδες, που δεν έχουμε αντιληφθεί ακόμη ότι έπαψαν προ πολλού να λάμπουν, όταν έχασαν την όποια προοπτική εκπλήρωσής τους. «Τι χρειάζονται οι παλιές ελπίδες; Δουλειά γερή και τωρινή, αν θέλεις να με βοηθήσεις». Νομίζω ότι από αυτό ακριβώς πάσχουμε. Από την απουσία, δηλαδή, ανθρώπων που με την δουλειά τους θα δημιουργήσουν τις νέες ελπίδες για την πατρίδα τους. Άνθρωποι, όμως, που να έχουν ριζωμένη μέσα τους την αγάπη γι’ αυτήν. Όχι κοσμοπολίτες ξενοσπουδασμένους, χωρίς επαφή με τη ζώσα πραγματικότητα της πατρίδας, αλλά ανθρώπους με συνείδηση διαμορφωμένη με τις αξίες της εθνικής και κοινωνικής κληρονομιάς τους.

    Οι άνθρωποι αυτοί δεν θα αποτιμούν τις συνέπειες των έργων τους με αριθμούς αλλά, με τον βαθμό των κοινωνικών επιπτώσεών τους και με το αποτύπωμά τους στην ιστορική πορεία του λαού τους. Τέτοιοι άνθρωποι απουσιάζουν από το πολιτικό σκηνικό των ημερών μας. Αντίθετα, περισσεύουν οι θλιβεροί διαχειριστές μιας εξουσίας που τυπικά τους δόθηκε με την βούληση των πολιτών, αλλά ουσιαστικά κερδήθηκε σε ένα άθλιο χρηματιστήριο συνειδήσεων και ανταλλαγμάτων. Από μια τέτοια συναλλαγή φυσικά δεν μπορεί να προκύψει καμία ελπίδα. Μόνο στέρφα διαβίωση σε πόλεις γκρίζες και χωριά έρημα, με εργαλειοποίηση των αναγκών μας από τις εξουσίες, με διανόηση μη εξελικτική, που αναπαράγει ιδεολογήματα ενάντια στη φύση των ανθρώπων, με αποφυγή της ανάληψης των ευθυνών από τις επιλογές μας, στα πρότυπα των «ηγεσιών» μας.

    Απουσία, όμως, δεν σημαίνει και έλλειψη. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι αυτοί απλώς επέλεξαν να ζουν έξω από ένα σύστημα που αυτοκαταστρέφεται, «γιατί φτάνει που πέφτει επάνω τους το βάρος των προγόνων μαζί με το βάρος του γύρω κόσμου, γυρεύοντας να βάλουν τα μάτια τους σε τέτοια θέση, που να μπορούν να βλέπουν με ωραίον τρόπο τα πράγματα. Κι ό,τι κι αν κάμουν θα είναι αποτέλεσμα κι όχι σκοπός της ζωής των σωθικών τους. Και δεν θα κουραστούν πολεμώντας να κάμουν ωραία τη ζωή τους».

    Κατηγορία: