«Πρεσπουργήματα» με φόντο την Άγκυρα

  • Δημοσιεύτηκε: 21 Απρίλιος 2021

    Όσα συνέβησαν κατά την επίσκεψη Δένδια στην Άγκυρα, και κυρίως κατά τη συνέντευξη Τύπου, αναλύθηκαν ήδη εξαντλητικά, υπό το πρίσμα είτε ενός ενθουσιασμού, είτε ενός προβληματισμού για την αποτελεσματικότητά τους. Είναι γεγονός ότι ο Έλληνας ΥΠΕΞ υπερασπίστηκε αυτονόητα πράγματα, για τα οποία θα έπρεπε να είχε από καιρό γίνει σαφές προς την Τουρκία ότι δεν θα υποχωρούσαμε ποτέ, όπως λ.χ. η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας, με δεδομένη την απειλή της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας. Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός ότι χάθηκε μια μοναδική ευκαιρία να θέσει ζητήματα που θα αναδείκνυαν την έλλειψη σεβασμού της Τουρκίας τόσο απέναντι σε διεθνείς συμφωνίες, όσο και στην πολιτισμική κληρονομιά.

    Δεν είναι δυνατόν λ.χ. να επικαλείται ο Τούρκος ΥΠΕΞ «δικαιώματα ομογενών» του στην Θράκη μας, όταν οι 130.000 μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες ευημερούν οικονομικά και δημογραφικά, απολαμβάνοντας κάθε είδους θρησκευτική ελευθερία και ισονομία, και να μην γίνεται εκ μέρους του Έλληνα ΥΠΕΞ μια επίκληση της αναφοράς περί αμοιβαιότητας που προβλέπει η Συνθήκη της Λωζάννης, όταν στην Κωνσταντινούπολη έχουν απομείνει σήμερα μετά βίας 1.500 Έλληνες και λίγες εκατοντάδες σε Ίμβρο και Τένεδο, στερούμενοι μάλιστα και τα στοιχειώδη δικαιώματα που η εν λόγω συνθήκη προβλέπει. Επίσης, δεν είναι δυνατόν να μένει αναπάντητη η προκλητική τοποθέτηση του Τσαβούσογλου περί χώρων λατρείας των μουσουλμάνων στην Ελλάδα, όταν μόλις προ μερικών μηνών ο Ερντογάν μετέτρεψε σε τζαμί την Αγία Σοφία.

    Πέραν αυτών όμως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι δεδομένο πως η Τουρκία, έχοντας μια σταθερή και διαχρονική εξωτερική και διεκδικητική πολιτική, έχει μετά βεβαιότητος προβλέψει την αντιμετώπιση τέτοιου είδους «κρίσεων». Είναι βέβαιο, επίσης, ότι θα επιδιώξει μια ανταπόδοση του χτυπήματος που θεωρεί πως δέχτηκε. Αν κρίνει, μάλιστα, κάποιος από την αμηχανία που εκδηλώθηκε από ελληνικής πλευράς (πέραν του επικοινωνιακού κλίματος ευφορίας που καλλιεργήθηκε), είναι κάτι που ανησυχεί ιδιαίτερα, αφού δεν μπορεί να προβλεφθεί πώς αυτή θα εκδηλωθεί.

    Η συγκυριακή αντιμετώπιση της τουρκικής προκλητικότητας από την πλευρά της χώρας μας αποτελεί διαχρονικό χαρακτηριστικό της εξωτερικής μας πολιτικής, με αποτέλεσμα είτε να συρόμαστε συνήθως πίσω από τις εξελίξεις και υπό το βάρος αυτών, είτε να βρισκόμαστε ενώπιον τετελεσμένων, που είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστούν (λ.χ. «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, τουρκολιβυκό σύμφωνο κ.λπ.).

    Πέραν των ανωτέρω, είναι σύνηθες να εργαλειοποιούνται τέτοιου είδους «επιτυχίες» για εσωτερική κατανάλωση, κάτι που είναι πιθανόν να πράξει και στην προκειμένη περίπτωση η κυβέρνηση εν όψει της κατάθεσης προς επικύρωση στη Βουλή των δύο εφαρμοστικών μνημονίων της προδοτικής Συμφωνίας των Πρεσπών, που αφορούν την οικονομική συνεργασία της Ελλάδας με τα Σκόπια αλλά και την επιτάχυνση των διαδικασιών ένταξης των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι πολύ πιθανόν, λοιπόν, η κυβέρνηση να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί το κλίμα ευφορίας που η ίδια δημιούργησε, προκειμένου να αμβλύνει τις σφοδρές αντιδράσεις πολλών βουλευτών της, ενώπιον μιας τέτοιας κοινοβουλευτικής διαδικασίας.

    Είναι γεγονός, φυσικά, ότι οι βουλευτές, σύμφωνα με το Σύνταγμα, ψηφίζουν κατά συνείδηση. Επομένως, μπορούν, αν η συνείδησή τους το επιτάσσει, να αρνηθούν την υπερψήφιση των μνημονίων. Στο επιχείρημα που μπορεί να αντιτείνουν κάποιοι, ότι τα μνημόνια θα εγκριθούν με την ψήφο των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων κομμάτων, μένει να αποφασίσει καθένας τους αν επιθυμεί να διατηρήσει μια ξεκάθαρη εθνική θέση, έχοντας ήσυχη και τη συνείδησή του, διακινδυνεύοντας ακόμη και την πιθανή διαγραφή του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ.

    Οι βουλευτές που θα αρνηθούν την εθνοκτόνο ψήφο, ακόμη και αν δεν έχουν εμποδίσει την ολοκλήρωση της προδοτικής παραχώρησης του ονόματος της Μακεδονίας, θα έχουν εγγράψει εθνικές υποθήκες για μελλοντική επανόρθωση, που δεν είναι άλλη από την οριστική ανατροπή της προδοτικής συμφωνίας Τσίπρα-Ζάεφ. Όσον αφορά τους ίδιους, θα έχουν ήσυχη την συνείδησή τους και την αναγνώριση της κοινωνίας ότι έπραξαν το καθήκον τους. Σε διαφορετική περίπτωση, θα βουλιάξουν κι αυτοί, μαζί με την κυβέρνηση, στον βούρκο της Πρέσπας, μαζί με τους «πρεσπούργους» της τέως κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.