Ο Μάκης Βορίδης για το πολυνομοσχέδιο

  • Δημοσιεύτηκε: 20 Οκτώβριος 2011

    Για κάποιο λόγο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτές τις μέρες όλοι μιλάμε για Πατρίδα και είμαι έτοιμος να συμφωνήσω ότι το κεφάλαιο δεν έχει Πατρίδα. Τίθεται ένα ερώτημα βέβαια: Οι προλετάριοι έχουν Πατρίδα; Τώρα εκεί νομίζω θα έχετε και εσείς διιστάμενες απόψεις. Και αν τελικώς καταλήξουμε ότι ούτε το κεφάλαιο έχει Πατρίδα ούτε οι προλετάριοι έχουν Πατρίδα, είναι ένα ερώτημα αν έχει και κανένας Πατρίδα γενικώς. Και αυτό είναι και η μεγάλη συζήτηση πια, διότι βλέπω ότι η επίκληση αυτής της ορολογίας κυρίως από το στόμα του Πρωθυπουργού γίνεται πια μόνο όταν υπάρχει η ανάγκη των θυσιών, γίνεται μόνο όταν υπάρχει η ανάγκη της συνδρομής σε μία πολιτική η οποία σημαίνει πολύ συγκεκριμένο κόστος.

    Και από την άλλη μεριά σκέφτομαι: Αυτοί οι οποίοι επικαλούνται σήμερα τον πατριωτισμό, η κυβερνητική παράταξη, για να πείσουν τους πολίτες - δεν ξέρω αν μπορούν να τους πείσουν πια, αλλά τουλάχιστον την Κοινοβουλευτική τους Ομάδα - και επικαλούνται, λοιπόν, τον πατριωτισμό των Βουλευτών τους, τον ίδιο πατριωτισμό δεν τον σκέφτονταν, παραδείγματος χάριν, όταν ψήφιζαν το νόμο για την ιθαγένεια; Εκείνη την ώρα έπρεπε να ενεργοποιηθούν άλλου τύπου αντανακλαστικά, διεθνιστικά, ανθρωπιστικά, όχι όμως ας το πω πατριωτικά με τη στενή έννοια, με την έννοια της υπερασπίσεως των εθνικών αξιών, των εθνικών συμφερόντων. Άρα, λοιπόν, εγώ θα έλεγα να απομυθοποιήσουμε λίγο από πλευράς Κυβερνήσεως αυτήν τη συζήτηση.

     

    Υπάρχει ένας μύθος τον οποίο προσπαθεί να ενεργοποιήσει ο κ. Βενιζέλος. Τι λέει ο κ. Βενιζέλος; Δεν το λέει τώρα, το λέει συνεχώς. «Εάν δεν ψηφιστεί κάθε φορά η δέσμη μέτρων που προτείνει η Κυβέρνηση, τότε αυτό οδηγεί περίπου στην καταστροφή της Πατρίδος». Άρα, όποιος δεν ψηφίζει αυτήν τη δέσμη μέτρων κάθε φορά, μπορεί να είναι το μεσοπρόθεσμο, μπορεί να είναι ο εφαρμοστικός, μπορεί να είναι τα φορολογικά νομοσχέδια, μπορεί να είναι οτιδήποτε, όποιος όμως δεν το κάνει αυτό, ενεργεί αντιπατριωτικά. Βρισκόμαστε πραγματικά σε παραλήρημα και σε αλαζονεία. Ο κ. Βενιζέλος έχει ταυτίσει την πολιτική του ΠΑΣΟΚ με την Πατρίδα. Αυτή δε η ταύτιση γίνεται όλως αυθαιρέτως, διότι γιατί κανείς δεν εξηγεί ότι σε τελευταία ανάλυση μπορεί να υπάρξουν και άλλες πολιτικές που να σώζουν την Πατρίδα, που είναι και η βασική μας συζήτηση εδώ μέσα; Όλοι, λοιπόν, όσοι διαφωνούμε με την πολιτική του κ. Βενιζέλου και του ΠΑΣΟΚ δεν είμαστε στο πατριωτικό μπλοκ, γιατί δεν θέλουμε να σωθεί η Πατρίδα. Ο μόνος ο οποίος εκφράζει την πατριωτική πολιτική είναι το ΠΑΣΟΚ, γιατί μόνο αυτά τα μέτρα του ΠΑΣΟΚ σώζουν την Πατρίδα. Ερώτηση: Υπάρχουν άλλα μέτρα τα οποία θα μπορούσαν να φέρουν το ίδιο αποτέλεσμα; Υπάρχουν άλλες πολιτικές που θα μπορούσαν να φέρουν το ίδιο αποτέλεσμα;

    Περαιτέρω βαθύτερη ερώτηση, απευθυνόμενη και στον Πρωθυπουργό, ο οποίος επικαλείται την Πατρίδα: Τι θα γίνει, εάν εδώ συνομολογηθεί ότι επί δύο χρόνια αστοχεί το ΠΑΣΟΚ και ότι η αστοχία του ΠΑΣΟΚ είναι αυτή που φέρνει συνεχώς τα καινούργια μέτρα; Δεν θα ήταν τότε πατριωτικό καθήκον να σηκωθεί να φύγει το ΠΑΣΟΚ, να αφήσει κανέναν άλλο να κάνει τη δουλειά; Δεν θα ήταν προϊόν της πατριωτικής ευαισθησίας του Πρωθυπουργού να ομολογήσει την αποτυχία της Κυβερνήσεώς του και να μας απαλλάξει, για να δούμε άλλου είδους πολιτικές; Πώς έτσι μονοσήμαντα οδηγούμαστε και οδηγείται η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ σε ένα τέτοιο δίλλημα;

    Κοιτάξτε. Εδώ μπορούμε να κάνουμε μία δημοσιονομική συζήτηση, αλλά η δημοσιονομική συζήτηση δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι όποιος έχει άλλη δημοσιονομική άποψη δεν κάνει το καλό. Ίσα, ίσα. Αλλά ακούγονται αυτού του τύπου οι δεκάρικοι, οι οποίοι δεν κρατάνε και δέκα λεπτά, δυστυχώς κρατάνε πολύ περισσότερο. Αν περιορίζονταν στα δέκα λεπτά, τουλάχιστον θα είχαμε το ευχάριστο της συντομίας. Αλλά εν πάση περίπτωση τα σαράντα και τα σαράντα πέντε λεπτά ρητορείας ουσιαστικά δεν απαντάνε στο βασικό ερώτημα: Γιατί είναι αναγκαία αυτά τα μέτρα; Γιατί είναι αναγκαία αυτή η πολιτική; Γιατί δεν υπάρχει άλλη πολιτική; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα. Γιατί φτάσαμε στο σημείο να είναι μονοσήμαντο και υποχρεωτικό και μη αντικαταστάσιμο το να πρέπει να οδηγήσουμε το αφορολόγητο όριο στα 5.000 ευρώ; Ποιος τα λέει αυτό δηλαδή; Γιατί δεν υπάρχουν άλλες πολιτικές; Ποιος το έχει πει; Γιατί είναι μονοσήμαντο και υποχρεωτικό να κάτσουμε με μια μονοκονδυλιά να πούμε «καταργούνται όλες οι οργανικές θέσεις»; Αυτά έπρεπε να μας εξηγήσει ο κ. Βενιζέλος. Δεν θέλουμε να μας πει, παραδείγματος χάριν, για την ανάγκη αδιαμεσολάβητης σχέσης εξουσίας και κοινωνίας και το πώς κατέρρευσαν οι διαμεσολαβητές.

    Ας τα αφήσουμε αυτά τώρα. Δεν είναι ανάγκη να μας πει για την καινούργια μεταπολίτευση και τα νέα κόμματα, που ενδεχομένως θα δημιουργηθούν ή δεν θα δημιουργηθούν. Θα δημιουργηθούν αυτά. Επί του πρακτέου, επί του πεδίου, έχει να μας πει κάτι; Μπορεί να εξηγήσει στο ΠΑΣΟΚ, γιατί λόγου χάρη είναι επωφελής η κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την οικονομία; Μπορεί να το εξηγήσει να το ψηφίσει το ΠΑΣΟΚ; Εμείς δεν το ψηφίζουμε, δεν πειστήκαμε. Αλλά στους Βουλευτές του ένα επιχείρημα μπορεί να εισφέρει;

    Εγώ μπορώ να επιχειρηματολογήσω γι' αυτό, μπορώ να σας πω δεκαπέντε πράγματα. Αλλά το ΠΑΣΟΚ, δεν θα πειστεί με αυτήν την επιχειρηματολογία, γιατί - να το πω αλλιώς - αυτό θα είναι μία δεξιά επιχειρηματολογία, θα είναι μία επιχειρηματολογία που θα μιλάει για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, θα μιλάει για την ευελιξία στον τομέα της εργασίας, για την ανάγκη της ευελιξίας ανέργων, εργαζομένων, δηλαδή μία τέτοιου τύπου επιχειρηματολογία. Υπάρχει μία τέτοια επιχειρηματολογία, για να το υπερασπιστεί κανείς. Δεν το υπερασπιζόμαστε σήμερα, γιατί δεν έχουμε πεισθεί ότι σήμερα οι πραγματικότητες της ελληνικής οικονομίας φέρνουν αυτό το αποτέλεσμα. Γιατί η δομή της ελληνικής οικονομίας δεν είναι τέτοια. Γιατί έχει πολύ μικρές επιχειρήσεις, γιατί δεν υπάρχει τέτοια κινητικότητα, γιατί οι κλαδικές συμβάσεις είναι σχετικά λίγες και αφορούν περιορισμένους κλάδους, γιατί η ίδια η εργοδοσία δεν θέτει το ζήτημα του κόστους εργασίας, γιατί το κόστος εργασίας στην κατάταξη ανταγωνιστικότητας είναι δέκατος όγδοος παράγων και επομένως σήμερα αυτό, δεν θα ήταν σημαντικό.

    Εσείς, όμως, που καλείστε να το ψηφίσετε, θα το ψηφίσετε με την επιχειρηματολογία ότι αν δεν το ψηφίσετε καταστρέφεται η Πατρίς; Και γιατί καταστρέφεται η Πατρίς; Γιατί είναι έτσι το διεθνές περιβάλλον; Ακούστε τώρα. Το διεθνές περιβάλλον, για να συνεννοηθούμε και στο ποιο σταυροδρόμι έχουμε οδηγηθεί και πού βρισκόμαστε, λέει τι, πλέον; Μπαίνει στη συζήτηση το κατά πόσον οι ομοιεπαγγελματικές υπερισχύουν των επιχειρησιακών ή οι κλαδικές θα είναι ισχυρότερες των επιχειρησιακών; Αυτό είναι το διεθνές περιβάλλον;

    Και αν είναι έτσι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα και αυτό είναι, αν θέλετε, που έθεσε σήμερα ο Πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ. εξερχόμενος από τη συζήτησή του με τον Πρωθυπουργό, εμείς εδώ έχουμε αποφασίσει ότι θα αποδεχθούμε την κατάργηση ουσιαστικά του Ελληνικού Κοινοβουλίου, την εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας, έτσι όπως αυτή εκφράζεται, από τη βασική πολιτική πράξη, που είναι η νομοθεσία; Έχουμε αποφασίσει ότι αυτό το εκχωρήσαμε σε τρίτους; Όχι στο επίπεδο το οποίο εγώ ως ένα ορισμένο βαθμό θεωρώ αυτονόητο. Κάποιος σε δανείζει, θέλει να βλέπει τα δημόσια οικονομικά σου, να βλέπει το έλλειμμά σου, να ξέρει ότι δεν πετάς τα λεφτά, να ξέρει ότι δεν τα τρως, να ξέρει εν πάση περιπτώσει ότι συμμαζεύεις την οικονομία σου. Αυτό το καταλαβαίνουμε. Αλλά στο επίπεδο της υπαγορεύσεως, πλέον, των διατάξεων με τον πιο λεπτομερή και καθοριστικό τρόπο, δηλαδή στην εκχώρηση βασικών πτυχών της εργατικής νομοθεσίας, της δημοσιονομικής πολιτικής, της φορολογικής πολιτικής, κατʼ επέκταση της κοινωνικής πολιτικής; Αυτό έχουμε εκχωρήσει; Το συμφωνήσαμε; Υπάρχει τέτοια συμφωνία στην Αίθουσα;

    Οι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ είστε διατεθειμένοι να πάτε σε αυτήν την κατεύθυνση; Με το επιχείρημα τώρα, ποιο; Διότι αν αυτή είναι η μεγάλη συζήτηση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να την ανοίξουμε. Και να την ανοίξουμε και με την Ευρώπη, αν αυτή είναι η μεγάλη συζήτηση, αν αυτό λέτε. Διότι αυτό είναι καινοφανές, μπαίνετε πλέον σε μία επιχειρηματολογία που δεν έρχεστε να πείσετε γιʼ αυτά τα οποία κάνετε, να γυρίσετε να πείτε: «Ξέρετε, το κράτος είναι μεγάλο και πρέπει να έχουμε λιγότερους υπαλλήλους». Μα, αυτό θα μπορούσε να ειπωθεί, είτε το λέει η τρόικα, είτε δεν το λέει η τρόικα. Αυτό μπορεί να το πει. Και το λένε, σε τελευταία ανάλυση, φιλελεύθερες πολιτικές παντού, σε όλη την Ευρώπη. Δεν είναι τόσο τρομερό, μπορεί κάλλιστα να συζητηθεί. Να γυρίσετε να πείτε: «Ξέρετε, έχουμε πολλές γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, να τις βάλουμε κάτω, να τις μειώσουμε». Να σηκωθεί να πει η Αριστερά: «Όχι, δεν είναι». Να σηκωθεί να πει η Δεξιά: «Είναι». Είναι μία συζήτηση, η οποία ανοίγει και έχει τα υπέρ και τα κατά της. Να σηκωθούμε ακόμα και να μιλήσουμε για δημοσιονομικές πολιτικές, πόσο επεκτατικές και πόσο περιοριστικές πρέπει να είναι, πόσο μεγάλο ή πόσο μικρό το κράτος, πόσο μεγάλα ή πόσο μικρά τα προνοιακά. Να ανοίξουν, βεβαίως, μεγάλες και ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Σε ποια βάση όμως; Στη βάση ενός πολιτικού ορθολογισμού, στη βάση ενός κοινού συμφέροντος, στη βάση –αν θέλετε ακόμα- και αξιακών επιχειρημάτων.

    Μα, δεν ακούγεται τίποτα από αυτά μέσα σʼ αυτή την Αίθουσα. Εκείνο που ακούγεται είναι ότι το είπε η Τρόικα και άμα δεν το κάνουμε, δεν θα πάρουμε τη δόση. Και πρέπει να πάει ο Πρωθυπουργός την Κυριακή έχοντας ψηφισμένο το νόμο, γιατί άμα δεν ψηφιστεί ο νόμος, δεν μπορούμε να πάρουμε τα λεφτά.

    Μα, πού οδηγείται με αυτήν την έννοια η πολιτική; Και γιατί εν συνεχεία θα αδικήσουμε τους πολίτες που διαμαρτύρονται, που απαξιώνουν το Εθνικό τους Κοινοβούλιο, τη στιγμή που το ίδιο το Εθνικό Κοινοβούλιο με αυτήν την ψήφο, με αυτήν τη λογική, το ίδιο απεκδύεται των δικών του αρμοδιοτήτων;

    Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ, αυτό κάνετε. Δεν έχει τόση μεγάλη σημασία το αν θα ψηφίσετε το άρθρο 37 ή αν θα ψηφίσετε την εργασιακή εφεδρεία ή αν θα ψηφίσετε το αφορολόγητο. Σημασία έχει ότι το ψηφίζετε, όχι γιατί είστε πεισμένοι ότι αυτές είναι σωστές πολιτικές. Το ψηφίζετε σε μία λογική ενδοτικότητας σε εκβιασμούς, χωρίς κανένα επιχείρημα πίσω από αυτό. Πώς αυτό μπορεί να γίνει αποδεκτό; Και πάω και παραπέρα. Πόσο πειστικοί μπορεί να είστε σε οποιονδήποτε τρίτο; Εάν υπήρχαν επιχειρήματα, τότε κάποιοι θα επείθοντο, κάποιοι δεν θα επείθοντο. Αυτό είναι δημοκρατία. Κάποιοι θα συμφωνούσαν, κάποιοι θα διαφωνούσαν. Κάποιοι θα έλεγαν «ναι, αυτές είναι σωστές πολιτικές», κάποιοι θα έλεγαν «αυτές είναι λάθος». Ποιος θα πειστεί στη λογική ότι ξέρετε, θα κάνουμε πράγματα που τα θεωρούμε εσφαλμένα - εσείς τα θεωρείτε εσφαλμένα - θα κάνουμε πράγματα που θεωρούμε ότι είναι αδιέξοδα - αυτή είναι η δική σας επιχειρηματολογία - θα κάνουμε πράγματα, τα οποία τα θεωρούμε άδικα; Πόσες φορές δεν το έχουμε ακούσει από αυτό το Βήμα;

    Οι μισοί σας Βουλευτές έχουν ανέβει εδώ και λένε μετά σπαραγμού καρδίας και μετά πόνου ψυχής το ότι είναι υποχρεωμένοι να ψηφίσουν για λόγους πατριωτικούς αυτό το νομοσχέδιο αλλά, δεν ήθελαν να το ψηφίσουν και δεν θα το ψήφιζαν σε καμία άλλη περίπτωση. Και αφού τα έχετε πει όλα αυτά, εσείς περιμένετε να πείσετε κάποιον, να πείσετε την κοινωνία σε μια συγκεκριμένη πολιτική. Μα, πώς θα γίνει αυτό; Μα, ποιος θα πειστεί σ' αυτό;

    Και από ένα σημείο και μετά αυτού του τύπου οι αναγκαιότητες πόσο πραγματικές είναι; Ακούω τον κ. Βενιζέλο: «Τα πράγματα θα πάνε πολύ χειρότερα». Ενδεχομένως, μπορεί να πάνε πολύ χειρότερα. Το «μπορεί να πάνε πολύ χειρότερα» είναι κάτι δυνητικό. Μπορεί να πάνε χειρότερα, μπορεί να πάνε καλύτερα. Εδώ, όμως, έχουμε ένα βίωμα πια όλοι μας, ότι η πολιτική του ΠΑΣΟΚ επί μία διετία έχει κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα.

    Μάλιστα υπάρχει και κάτι ακόμα, κύριοι συνάδελφοι, το οποίο δεν έχετε λάβει υπʼ όψιν σας, ότι όσοι συναίνεσαν αλλά και ο ελληνικός λαός έχει δείξει τεραστία ανοχή. Για ένα πολύ σημαντικό χρονικό διάστημα, ανέχθηκε πολιτικές, υπέστη θυσίες, δέχθηκε περικοπές στις αποδοχές του, ανέχθηκε την τεράστια φορολογία. Αυτό γιατί το έκανε; Γιατί πείστηκε ότι μπροστά του - και μάλιστα εσείς του λέγατε για αρχές του 2012 - είναι ξανά η ένταξη της χώρας στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, στις αγορές, η εύκολη χρηματοδότηση των τραπεζών και επομένως τελειώνει η περιπέτεια. Υπάρχει τέλος σε αυτήν την ιστορία πια;

     

    Ευτυχώς πια δεν δεσμεύεστε. Διότι βγαίνει ο Πρωθυπουργός και λέει: «Δεν ξέρω ακριβώς. Ξέρω ότι αυτό είναι που πρέπει να γίνει, αλλά το πού οδηγεί αυτό δεν το ξέρω». Ακούστε, διαβάστε τις ομιλίες του κ. Βενιζέλου, διαβάστε τις στο Μεσοπρόθεσμο, διαβάστε τις στον Εφαρμοστικό. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ, τι σας έλεγε; Αλλά και τι λέγατε! Σας έλεγε ότι είναι το τελευταίο άδικο μέτρο; Σας έλεγε ότι πλέον, η προσπάθεια ολοκληρώνεται. Σας έλεγε ότι όλα θα διορθωθούν με το εθνικό φορολογικό που είναι ante portas, έρχεται, έτοιμο για ψήφιση. Αυτά καλοκαιριάτικα. Σας έλεγε ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο, ότι, σε τελευταία ανάλυση, πλέον δρομολογούνται τα πράγματα, εκτελείται ο Προϋπολογισμός. Και πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρις, έρχεται το Τέλος Ακινήτων. Μήπως θυμάστε τι σας έλεγα για το Τέλος Ακινήτων;

    Είναι πια πανομοιότυπες οι ομιλίες. Δεν μιλάει ο κ. Βενιζέλος για κανένα ζήτημα ουσίας. Δεν επιχειρηματολογεί για τα μέτρα του Μεσοπροθέσμου. Δεν επιχειρηματολογεί για τον Εφαρμοστικό Νόμο. Δεν επιχειρηματολογεί για το τέλος των ακινήτων, ούτε για την εφεδρεία. Δεν επιχειρηματολογεί για τη μείωση του αφορολόγητου στις 5.000. Δεν μας λέει τίποτα ο κ. Βενιζέλος.

    Ο κ. Βενιζέλος μας λέει ότι άμα δεν ψηφίσουμε το νομοσχέδιο, καταστρέφεται η Πατρίς. Αστοχεί εν συνεχεία το οικονομικό επιτελείο, του λείπουν 1,5 δισεκατομμύρια και έρχεται με έναν καινούριο φόρο, με μια καινούρια περικοπή, με μια καινούρια μείωση. Ξανααστοχεί και ξαναέρχεται και πάλι καταστρέφεται η Πατρίς. Και συνεχώς δίνουμε τη μητέρα όλων των μαχών. Ο κ. Βενιζέλος είναι ο Σαντάμ Χουσεΐν ο οποίος δίνει τη μητέρα όλων των μαχών στην Βαγδάτη, μόνο που μετά δυο ώρες μπήκαν μέσα οι Αμερικάνοι. Αυτό είναι που γίνεται. Κάθε φορά είναι η μητέρα όλων των μαχών.

    Πρέπει, λοιπόν, να τελειώνουμε. Ποια είναι η πολιτική πραγματικότητα που ζούμε αυτή τη στιγμή; Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ, αυτό που θα σας πω τώρα είναι το πατριωτικό σας καθήκον. Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν έχει πια πολιτικό κεφάλαιο. Αυτό δεν είναι θεωρία. Αυτό επηρεάζει και τα δημοσιονομικά μεγέθη. Τα δικαστήρια δεν λειτουργούν, η καθαριότητα δεν υπάρχει, το Γενικό Λογιστήριο είναι υπό κατάληψη, το Υπουργείο Υγείας είναι εδώ και τρεις μήνες υπό κατάληψη, τα σχολεία είναι υπό κατάληψη, τα πανεπιστήμια είναι υπό κατάληψη, τα μέσα μεταφοράς δεν λειτουργούν, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να πάνε στις δουλειές τους.

    Αυτή είναι μια χώρα η οποία πια δεν λειτουργεί. Εσείς θέλετε να βγάζει ΑΕΠ αυτή η χώρα; Θέλετε να παράγει με αυτές τις συνθήκες πλούτο, τον οποίο να μπορεί να φορολογεί το κράτος για να έχει έσοδα; Αυτή είναι μια χώρα, που στα χέρια του ΠΑΣΟΚ καταρρέει. Εσείς λέτε τώρα ποιο είναι το επόμενο μέτρο. Η απάντηση είναι ότι δεν έχει καμία σημασία ποιο είναι το επόμενο μέτρο. Διότι κανένα μέτρο δεν εφαρμόζεται και κανένα μέτρο δεν λειτουργεί, γιατί δεν υπάρχει η ελάχιστη κοινωνική συμφωνία. Υπάρχει, λοιπόν, ένα πολύ σοβαρό πατριωτικό έργο που πράγματι έχει να επιτελέσει ο κ. Παπανδρέου. Αυτό είναι να φύγει από την εξουσία - με πασοκική φρασεολογία - εδώ και τώρα. Αυτό είναι το πατριωτικό του καθήκον.

    Τι θα γίνει από εδώ και πέρα; Θα πάμε σε εκλογές; Εγώ θα σας πω το εξής. Αυτό είναι δική σας απόφαση. Είναι απόφαση του Πρωθυπουργού. Μπορεί να θέλει να πάει σε εκλογές ή μπορεί να θέλει το ΠΑΣΟΚ να διερευνήσει τη δυνατότητα μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Θα μου πείτε: «Και τι θα κάνει η Κυβέρνηση εθνικής ενότητας, άλλα πράγματα;» Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα προσπαθήσει πια να πείσει, να διαμορφώσει συνθήκες συνεννόησης με την κοινωνία που θα επιτρέψουν στο κράτος και στην κοινωνία να λειτουργήσει. Μπορεί να το καταφέρει, μπορεί να μην το καταφέρει. Το σίγουρο είναι ότι αυτό πια δεν μπορείτε να το κάνετε εσείς. Αν σε τελευταία ανάλυση δεν σας αρέσει η λύση της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, τότε πάντοτε υπάρχει η λύση των εκλογών.

    Ακούω, «θα βγάλουν οι εκλογές ακυβερνησία». Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είμαστε πέντε χρόνια πριν. Πράγματι θα βγάλουν κυβερνήσεις συνασπισμού. Είναι πολύ πιθανό. Δεν ξέρω τι θα βγάλουν οι εκλογές. Μπορεί να βγάλουν αυτοδύναμη τη Νέα Δημοκρατία. Ας πούμε, όμως, ότι βγαίνει μια Κυβέρνηση συνασπισμού, μια κυβέρνηση συνεργασίας. Δεν είμαστε σε μια κατάσταση πολιτικής εχθρότητας. Εγώ θα σας πω ότι τα δυο κυβερνητικά κόμματα έχουν μια και μόνο ελπίδα σωτηρίας. Είναι αυτή, η συνεννόηση για την αντιμετώπιση της κρίσης. Σε τελευταία ανάλυση αν δεν το κάνουν και δεν το κάνουν με αυτόν τον τρόπο και αν ο κ. Παπανδρέου επιμένει μόνος, έρημος, τραγικός να παριστάνει τον ηγεμόνα σε μια χώρα που κανείς δεν τον ακούει και που όλοι τον εχθρεύονται, τότε θα κάνει κακό στη χώρα και πολύ κακό στον εαυτό του. Το δεύτερο δεν με νοιάζει τόσο πολύ, το πρώτο με νοιάζει πάρα πολύ.

    Άρα, λοιπόν, υπάρχουν λύσεις. Η λύση που θα προκύψει μέσα από τις εκλογές στην κατεύθυνση της συνεννόησης και της συνεργασίας, πάλι δεν είναι πολιτικά πρωτότυπο. Παντού σήμερα στην Ευρώπη υπάρχουν κυβερνήσεις συνεργασίας. Δεν κατάλαβα, γιατί είναι τελείως αδιανόητο για την Ελλάδα; Σε κάθε περίπτωση εκείνο το οποίο δεν μπορεί να συνεχιστεί, εκείνο που δεν έχει κανένα νόημα είναι να επιμείνει το ΠΑΣΟΚ στην ηγεμονία του, να επιμένει να κυβερνά την ώρα που το σύνολο της κοινωνίας, το σύνολο των κοινωνικών εταίρων, το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων είναι στα κεραμίδια απέναντί του.

    Ευχαριστώ πολύ.

    Κατηγορία: