Ο Μάκης Βορίδης για την ψήφο εμπιστοσύνης

  • Δημοσιεύτηκε: 06 Νοέμβριος 2011

    Κυρίες και κύριοι βουλευτές, υπάρχει μία χρονική σειρά γεγονότων. Στις 26 Οκτωβρίου είναι η ημέρα που υπήρξε συμφωνία στην Σύνοδο Κορυφής. Στις 28 Οκτωβρίου είχαμε τα γνωστά γεγονότα των παρελάσεων. Αυτός ο συνδυασμός είναι που στην συνείδηση και στην σκέψη, προφανώς του Πρωθυπουργού, δημιούργησε με τον πιο παραστατικό τρόπο την ανάγκη ενός επιχειρήματος επανανομιμοποίησης της πολιτικής του.

    Έτσι, ενώ ενδεχομένως κάποιος θα περίμενε ότι η ελληνική κοινωνία θα αποδεχόταν τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής ευμενώς, ίσως περίμενε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ότι τα κόμματα θα συμφωνούσαν, ίσως περίμενε ότι αν δεν συμφωνούσαν τα κόμματα, θα γινόταν αυτό αντιληπτό από την κοινωνία, υπήρξε μία καθολική αποδοκιμασία σε εκείνη την στιγμή των κοινωνικών, εάν θέλετε, διεργασιών που έγιναν με αφορμή την παρέλαση και σκέφθηκε ο Πρωθυπουργός ότι η επανανομιμοποίηση θα ήταν ένα δημοψήφισμα. Ήταν όμως μία κακή ιδέα, γιατί από το δημοψήφισμα για την δανειακή σύμβαση, εν συνεχεία δημιουργήθηκε μία ευρύτερη κρίση στο εσωτερικό πλέον της Ευρωζώνης, στο σύνολο της Ευρώπης, ενδεχομένως ή μάλλον προφανώς με παγκόσμιες συνέπειες, ακριβώς γιατί αυτή η θέση του Πρωθυπουργού ερμηνεύτηκε ως ένα ερωτηματικό για την θέληση παραμονής της Ελλάδος στο ευρώ.

     

    Αυτό, όμως, όλο - και το λέω προς τους συναδέλφους του ΠΑΣΟΚ με όλο το σεβασμό - έχει επίσης μια προϊστορία, μια κυβερνητική προϊστορία δύο ετών, την οποία, χωρίς κανείς να την υποτιμά, δεν μπορεί και να την καθαγιάζει. Μην την ωραιοποιείτε, γιατί όταν την εμφανίζετε έτσι, βρίσκεστε σε μία καθολική αναντιστοιχία μʼ αυτό που είναι η συλλογική μας εμπειρία αυτών των κυβερνητικών πεπραγμένων. Και εδώ η απόπειρα της Κυβερνήσεως - για να το ξεκαθαρίσουμε - μοιάζει σχεδόν σουρεαλιστική, εάν σήμερα η Κυβέρνηση επιχειρηματολογεί για τα καλώς πεπραγμένα της, την ίδια ώρα που στην πραγματικότητα υπάρχει η τεθείσα προϋπόθεση της παραιτήσεως του Πρωθυπουργού, προκειμένου να υπάρξει οποιαδήποτε περαιτέρω εξέλιξη.

    Είναι σημαντικό να ξέρουμε πού βρισκόμαστε, όχι γιατί πρέπει να τιμωρηθεί κανείς, όχι γιατί πρέπει να λοιδορηθεί κανείς, όχι γιατί πρέπει να απαξιωθεί ο οποιοσδήποτε, αλλά για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε για να πάμε παραπέρα. Διότι αν το επιχείρημα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ότι λαμπρά τα έκανε η Κυβέρνηση, τότε πεδίον δόξης λαμπρόν, συνεχίζετε! Όμως, δεν είναι έτσι η σημερινή προϋπόθεση.

    Να με συγχωρήσετε, αλλά υπάρχει αυτό το οποίο λέμε «η ευθύνη της ηγεσίας». Στην πολιτική, η ευθύνη δεν είναι υποκειμενικό πράγμα, είναι αυτό που λέμε αντικειμενική ευθύνη. Φταις - δεν φταις, φταις. Μπορεί εσύ ο ίδιος να μην φταις, αλλά οι συνθήκες συμπυκνώνονται στο πρόσωπο της ηγεσίας. Δεν έχει σημασία ποιες είναι οι επιμέρους εξατομικευμένες ατομικές δράσεις του Πρωθυπουργού, για να πούμε αν αυτός είναι που φταίει. Δεν φταίει υπό την ποινική έννοια για να του καταλογίσουμε κάτι, φταίει υπό την πολιτική έννοια, της πολιτικής συμπύκνωσης της ευθύνης.

    Υπάρχουν, λοιπόν, πολιτικές στιγμές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που λύνουν τα ζητήματα. Δυστυχώς, αυτό που μένει και αυτό που θα είχε λύσει το δράμα, το οποίο ζούμε τις τελευταίες ημέρες, που είναι ένα δράμα καθολικής αναντιστοιχίας, φαιδροποίησης της πολιτικής ζωής, που από την μια μεριά λέμε για δημοψήφισμα και παρελαύνουν υπουργοί υπερασπιζόμενοι το δημοψήφισμα και την επόμενη μέρα λένε ότι δεν πρέπει να γίνει δημοψήφισμα, που λένε ότι έγινε έτσι και από την άλλη μεριά έγινε αλλιώς, που λένε ότι τελικώς το δημοψήφισμα δεν το εννοούσαμε, αλλά ήταν κόλπο για να παρασύρουν την Αξιωματική Αντιπολίτευση τώρα στο δημοψήφισμα. Όλο αυτό, λοιπόν, δεν χρειαζόταν να γίνει, διότι υπήρχε μία απλή, καθαρή, λεβέντικη, περήφανη πράξη, με την οποία λύνεται το δράμα και αυτό είναι η παραίτηση του Πρωθυπουργού.

    Το λέω αυτό περί παραίτησης του Πρωθυπουργού, όχι με την έννοια της εγκλήσεως, της απαξιώσεως. Ίσα-ίσα! Όταν, λοιπόν, είναι προφανές ότι υπάρχει πολιτικό ζήτημα, έτσι λύνεται αυτό. Ακούω το επιχείρημα «μα, δεν θα υπάρχει Κυβέρνηση». Με συγχωρείτε, πρόθεση για την κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας ή εθνικής ενότητας υπάρχει σοβαρή ή όχι; Να τα ξεκαθαρίσουμε, γιατί αλλιώς υπάρχει εμπαιγμός του ελληνικού λαού. Εάν υπάρχει σοβαρή πρόθεση, η παραίτηση είναι αυτή που υπεύθυνα ενεργοποιεί την διαδικασία των εντολών. Και στα πλαίσια των εντολών, όπως ορίζει το Σύνταγμα, είναι υποχρεωμένοι όλοι, ο κάθε κατεργάρης, οι ηγεσίες των κοινοβουλευτικών ομάδων να πάρουν τις πολιτικές τους ευθύνες, όχι να παίζουμε τις κουμπάρες και ο ένας να λέει υπηρεσιακή κυβέρνηση για να πάει διαπραγματευθεί μια δανειακή σύμβαση, η οποία θα δεσμεύσει την χώρα για τα επόμενα πέντε χρόνια. Ποιος θα διαπραγματευθεί; Ο αντιστράτηγος Καραμήτρος, ο αρεοπαγίτης επί τιμή, ο καθηγητής πανεπιστημίου, που θα έχουν απέναντί τους τον Τρισέ, που θα έχουν την Μέρκελ, τον Σαρκοζί, που θα έχουν την πολιτική ελίτ όλης της Ευρώπης; Αυτό θα διαπραγματευθεί η υπηρεσιακή κυβέρνηση;

    Είναι προφανές ότι εδώ θέλουμε πολιτική και μάλιστα πώς; Συλλογικά εκφρασμένη, εκφράζοντας το εθνικό σύνολο, εκφράζοντας, ει δυνατόν, την μεγαλύτερη πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων. Πρέπει να συζητήσουν αυτή την σύμβαση, για να εξασφαλίσουν τους καλύτερους δυνατούς όρους συνεννόησης και συνεργασίας με τους εταίρους μας. Είναι δυνατόν αυτό να γίνει από μία υπηρεσιακή κυβέρνηση και αυτά από πίσω να υποκρύπτουν ουσιαστικά την θέση ότι δεν πρέπει να αναληφθούν πολιτικές ευθύνες; Να αποφύγουμε τις πολιτικές ευθύνες, να τις μετακυλήσουμε κάπου αλλού, να κρυφτούμε πίσω από τα φουστάνια των τεχνοκρατών, γιατί το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη; Όχι, βέβαια.

    Από την άλλη μεριά, όμως, προϋπόθεση για την ενεργοποίηση μιας οποιασδήποτε τέτοιας συνθετικής διαδικασίας, που πια είναι απαραίτητη, είναι ακριβώς η παραίτηση του Πρωθυπουργού, η ενεργοποίηση της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών. Δεν υπάρχει ακυβερνησία. Σε έξι μέρες, εάν υπάρχει αληθινή βούληση, έχουμε καταλήξει. Εάν δεν έχουμε καταλήξει, υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από τις εκλογές;

    Το μείζον, λοιπόν, τώρα είναι να υπάρξει πολιτική σύνθεση τέτοια που να επιτρέπει στην χώρα να ψηφίσει τον Προϋπολογισμό, να διαπραγματευτεί την δανειακή σύμβαση, να πάρει την έκτη δόση και να μπορέσει συντεταγμένα να οδηγήσει την χώρα στις εκλογές. Αυτή είναι η ευθύνη και αυτή είναι η ευθύνη πρωτίστως του Πρωθυπουργού, που πρέπει με μία θαρραλέα πράξη, με μία πράξη πολιτικής ευθύνης να ενεργοποιήσει περαιτέρω τις διαδικασίες.

    Κατηγορία: